Αμπελώνες χωρίς ορίζοντα

Απέραντοι αμπελώνες απλώνονταν ως πέρα στη θάλασσα. Ελιές ασημένιες, λιγοστά κυπαρίσσια και γέρικοι πλάτανοι που μέσα στα κλαδιά τους φώλιαζε το καλό πουλί που τρόμαζε τη νύχτα τους ανθρώπους με τη φωνή που έβγαζε, γιατί ήταν ένας αναστεναγμός, κάτι ανάμεσα σε ροχαλητό άρρωστου και βρυχηθμό άγριου ζώου. Έμοιαζε με κουκουβάγια, ήταν άσπρο με μάτια γάτας και ράμφος γερακιού. Ο έρωτας των πουλιών και των πεθαμένων άφηνε μια μυρωδιά από μανουσάκια ανθισμένα κι έλεγες: Είναι τόσο μυρωδάτος ο θάνατος;

Κρήτη 1898, λίγο πριν από τη δημιουργία της Κρητικής πολιτείας, ο Μάρκος, ένας πλούσιος και δυνατός γαιοκτήμονας, όριζε όλη την περιοχή που δέσποζε ο Πύργος γύρω από τους αμπελώνες και τις ελιές. Ήταν ξανθός με γαλανά μάτια που άμα τα κοίταζες πιο βαθιά θα έβλεπες την υπεροψία που είχαν όλοι οι γαιοκτήμονες εκείνης της εποχής.

Ο Μάρκος θα ζήσει μέσα από τις ζωές δύο γυναικών που θα τον σημαδέψουν μέχρι το θάνατό του.

Writer: Ευτυχία Καλλιτεράκη

Publishing house: Ψυχογιός

Publication year: 2011

Pages: 223

ISBN: 978-960-496-324-9